ΛΑΡΚΟ Διευκρινίσεις του γ.ε. G. Pitruzzella για την μέθοδο υπολογισμού των κυρώσεων που προτείνει η Επιτροπή στις διαδικασίες επί παραβάσει ενώπιον του ΔΕΕ. (Προτάσεις C-51/20)
ΔΕΕ: Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Giovanni Pitruzzella, στην υπόθεση C-51/20 Επιτροπή κατά Ελλάδας
«ΛΑΡΚΟ, ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων, προσφυγή βάσει του άρθρου 260 ΣΛΕΕ, χρηματικές κυρώσεις, μέθοδος υπολογισμού»
Στις 27 Μαρτίου 2014, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση με την οποία διαπίστωσε τον παράνομο και ασύμβατο χαρακτήρα με τους κανόνες της Ένωσης κρατικής ενίσχυσης που χορήγησε η Ελλάδα στη ΛΑΡΚΟ Γενική Μεταλλευτική και Μεταλλουργική ΑΕ, ύψους περίπου 136 εκατομμυρίων ευρώ, με τη μορφή κρατικών εγγυήσεων το 2008, το 2010 και το 2011 και συμμετοχής του Δημοσίου στην αύξηση το κεφαλαίου της εταιρίας το 2009.
Στις 2 Σεπτεμβρίου 2016, η Επιτροπή προσέφυγε κατά της Ελλάδας, υποστηρίζοντας ότι η τελευταία δεν τήρησε τις υποχρεώσεις της να εξασφαλίσει την εκτέλεση της απόφασή της (C-481/16).Το ΔΕΕ με την απόφαση της 9ης Νοεμβρίου 2017 έκρινε ότι η Ελλάδα, μη έχοντας λάβει, εντός των ταχθεισών προθεσμιών, όλα τα απαραίτητα μέτρα για την εκτέλεση της απόφασης ανάκτησης των ενισχύσεων, και μη έχοντας ενημερώσει την Επιτροπή συναφώς, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το δίκαιο της Ένωσης.
Στην παρούσα υπόθεση, η Επιτροπή άσκησε ενώπιον του ΔΕΕ νέα προσφυγή κατά της Ελλάδας, ζητώντας από το Δικαστήριο:
- να αναγνωρίσει ότι η Ελλάδα, μη έχοντας λάβει μέτρα εκτέλεσης της ως απόφασης της 9ης Νοεμβρίου 2017 στην υπόθεση C-481/16, παρέβη τις υποχρεώσεις της,
- να επιβάλλει στο εν λόγω κράτος μέλος τόσο χρηματική ποινή ύψους 26 697,89 ευρώ ανά ημέρα καθυστέρησης στην εκτέλεση της απόφασης της 9ης Νοεμβρίου 2017, όσο και ένα κατ’ αποκοπήν ποσό, το ύψος του οποίου προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό ενός ημερήσιου ποσού ύψους 3 709,23 ευρώ επί τον αριθμό των ημερών που θα έχουν παρέλθει από την ημέρα έκδοσης της απόφασης της 9ης Νοεμβρίου 2017 μέχρι την ημέρα που θα εκδοθεί η απόφαση στην παρούσα υπόθεση, καθώς και
- να καταδικάσει την Ελλάδα στα δικαστικά έξοδα.
Με τις σημερινές του προτάσεις ο γενικός εισαγγελέας υπενθυμίζει ότι για τον καθορισμό του ύψους των κυρώσεων, η Επιτροπή στηρίζεται σε μέθοδο υπολογισμού της ανακοίνωσή της του 2005, με την οποία λαμβάνονται υπόψη η σοβαρότητα και η διάρκεια της παράβασης και η ικανότητα πληρωμής του κράτους μέλους (συντελεστής «n»). Ο υπολογισμός του συντελεστή αυτού βασιζόταν σε δύο συνιστώσες, το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) του οικείου κράτους μέλους και τον αριθμό των ψήφων που διέθετε το κράτος μέλος στο Συμβούλιο στις ψηφοφορίες με ειδική πλειοψηφία.
Μετά την έναρξη ισχύος το 2017 του νέου συστήματος υπολογισμού της ειδικής πλειοψηφίας στο Συμβούλιο, η Επιτροπή εξέδωσε το 2019 νέα ανακοίνωση, με την οποία τροποποίησε τη δεύτερη συνιστώσα του συντελεστή «n», αντικαθιστώντας το κριτήριο που συνίσταται στον αριθμό ψήφων στο Συμβούλιο με τον αριθμό των εδρών που έχουν κατανεμηθεί σε κάθε κράτος μέλος για τους αντιπροσώπους του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Ο γενικός εισαγγελέας επικεντρώνεται αποκλειστικά στο ζήτημα της σημασίας, για τον σκοπό της επιβολής κυρώσεων με αποτρεπτικό και αναλογικό χαρακτήρα, του στοιχείου που συνίσταται στη θεσμική βαρύτητα στην Ένωση του κράτους μέλους που εκφράζεται με τον αριθμό των εδρών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Επί του περιθωρίου εκτίμησης του Δικαστηρίου κατά τον καθορισμό των χρηματικών κυρώσεων υπενθυμίζει ότι οι διάφοροι παράγοντες που συνεκτιμώνται υπόκεινται στην ελεύθερη εκτίμηση του Δικαστηρίου. Συναφώς, το Δικαστήριο δεν υποχρεούται να εφαρμόσει τους συντελεστές «n» που προτείνει η Επιτροπή ούτε να ακολουθήσει τη μέθοδο υπολογισμού που αυτή ανέπτυξε στις ανακοινώσεις της, ούτε να λάβει θέση επί της νομιμότητας της μεθόδου αυτής ή επί της ορθής εφαρμογής της από την Επιτροπή.
Σχετικά με τον αριθμό των εδρών που κατανέμονται σε κάθε κράτος μέλος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ως κριτήριο ικανό να αντικατοπτρίζει τη «θεσμική βαρύτητα» του κράτους μέλους, ο γενικός εισαγγελέας εκτιμά ότι το κριτήριο αυτό είναι προδήλως ακατάλληλο για την αποτύπωση της επιρροής που μπορεί να ασκεί κάθε κράτος μέλος στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων στην Ένωση.
Τονίζει δε ότι ο σκοπός του καθορισμού κυρώσεων με αποτρεπτικό χαρακτήρα στο πλαίσιο διαδικασιών βάσει του άρθρου 260 ΣΛΕΕ δεν επιβάλλει κατ’ ανάγκην τη συνεκτίμηση παραγόντων άλλων πλην του ΑΕΠ το οποίο είναι καθαυτό ικανό να παράσχει κατάλληλη ένδειξη της ικανότητας πληρωμής του κράτους μέλους. Η επιδίωξη του σκοπού αυτού δεν επιβάλλει να ληφθεί υπόψη η «θεσμική βαρύτητα» του εν λόγω κράτους μέλους στην Ένωση.
Συνεπώς, ο γενικός εισαγγελέας προτείνει στο Δικαστήριο να κρίνει ότι το κριτήριοτου καθορισμού του συντελεστή «n» που συνίσταται στον αριθμό των εδρών που κατανέμονται σε κάθε κράτος μέλος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν είναι πρόσφορο για να αντικατοπτριστεί η ικανότητα πληρωμής του κράτους μέλους που παρέβη τις υποχρεώσεις του, με σκοπό τον καθορισμό κυρώσεων οι οποίες έχουν συγχρόνως αποτρεπτικό και αναλογικό χαρακτήρα, και να επιβεβαιώσει τη σημασία, για τον σκοπό αυτό, ενός κριτηρίου βασισμένου στο ΑΕΠ του κράτους μέλους.
Η υπόθεση τελεί υπό διάσκεψη. Η απόφαση θα εκδοθεί αργότερα.
Πηγή: Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης