Στάθης Κωνσταντινίδης για νομοσχέδιο ΥΠΕΣ: «Προάγει τη διαφάνεια, την αντικειμενικότητα και την αξιοκρατία»
«Η νομοθετική πρωτοβουλία του Υπουργείου Εσωτερικών κινείται στη σωστή κατεύθυνση. Είναι εκσυγχρονιστική, προάγει τη διαφάνεια, την αντικειμενικότητα και την αξιοκρατία, συνιστά βελτίωση σε σχέση με το μέχρι σήμερα εφαρμοζόμενο», τόνισε από το βήμα της Βουλής ο Υφυπουργός Εσωτερικών, αρμόδιος για θέματα Μακεδονίας και Θράκης, κ. Στάθης Κωνσταντινίδης, μιλώντας για το νομοσχέδιο του ΥΠΕΣ με τίτλο «Νέο πλαίσιο επιλογής διοικήσεων των φορέων του Δημοσίου και ενίσχυση της αποτελεσματικότητάς τους».
Όπως εξήγησε ο Υφυπουργός, το νομοσχέδιο «καθιερώνει πλαίσιο το οποίο πρώτα από όλα ορίζει το πεδίο αναφοράς, δηλαδή τους φορείς στους οποίους εφαρμόζεται και από τη μια τους ομαδοποιεί και από την άλλη τους διαχωρίζει. Γιατί το κάνει; Προκειμένου φορείς με αντίστοιχα χαρακτηριστικά να διέπονται από ενιαίους κανόνες και κριτήρια και να μπορούν έτσι οι διαδικασίες να εξελίσσονται ταυτόχρονα. Τα οφέλη είναι προφανή: αξιοπιστία, ταχύτητα, εξοικονόμηση πόρων, άρα ταυτόχρονη επιλογή των διοικήσεων σε ομοειδείς οργανισμούς» πρόσθεσε.
Και συνέχισε ο κ. Κωνσταντινίδης, απευθυνόμενος προς τους Βουλευτές της Αντιπολίτευσης: «Λυπάμαι που χάνετε μια ακόμα ευκαιρία, που δεν έχετε τη γενναιότητα για μια ακόμη φορά σε ένα νομοσχέδιο που θέλει να πάει μπροστά τη δημόσια διοίκηση, να συνεργαστείτε. Εσείς, που κατά τα άλλα κόπτεσθε για συνεννοήσεις και συνεργασίες, αρνείστε να ομονοήσετε στα προφανή και αυτονόητα.
Εμείς συνεχίζουμε να κάνουμε πράξη τις δεσμεύσεις μας και στο οικονομικό πεδίο, όπου νομοθετήσαμε και υλοποιούμε ήδη το 40% των προεκλογικών μας δεσμεύσεων, αλλά και στο πεδίο των θεσμικών αλλαγών και των μεταρρυθμίσεων, εκεί όπου το Υπουργείο Εσωτερικών πρωτοπορεί, προηγείται με την ψήφιση ήδη τριών εμβληματικών νομοθετημάτων: την ψήφο των Ελλήνων του εξωτερικού, την αναμόρφωση στη λειτουργία των ΟΤΑ και φυσικά το συζητούμενο σχέδιο νόμου για την επιλογή των στελεχών στις διοικήσεις του δημόσιου, όπου ο πήχης μπαίνει πλέον ψηλά».
Το βίντεο της ομιλίας του κ. Κωνσταντινίδη μπορείτε να το βρείτε εδώ: https://www.youtube.com/watch?v=RhfIjTcbj10
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας του κ. Κωνσταντινίδη
κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
δεν θα προσποιηθώ ότι πέφτω από τα σύννεφα με την καταψήφιση του συζητούμενου σχεδίου νόμου από τα κόμματα της Αντιπολίτευσης που ακόμα από τις Επιτροπές, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, εξέφρασαν την αντίθεσή τους με το συζητούμενο σχέδιο νόμου.
Και δεν εκπλήσσομαι, όχι γιατί υπάρχει μια εμφανής σε αυτό το νομοσχέδιο πολιτική και ιδεολογική διάσταση που θα έφερνε αυτά τα κόμματα «a priori» απέναντι, αλλά επειδή έχουμε αντιληφθεί ότι τα κόμματα αυτά έχουν ταμπουρωθεί σε αυτό που ονομάζεται «στείρα αντιπολίτευση», «στείρα άρνηση».
Υπάρχουν, πράγματι, ζητήματα στην πολιτική ζωή που έχουμε εμφανείς διαφωνίες. Δεν θα περίμενα εκεί να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, η Αξιωματική Αντιπολίτευση ή το ΚΙΝΑΛ, πολλώ μάλλον το Κομμουνιστικό Κόμμα, ένα βήμα συνεννόησης. Υπάρχουν όμως και άλλα στα οποία μπορούμε και πρέπει να ομονοήσουμε.
Κι ένα τέτοιο είναι, αναμφίβολα, το ζήτημα της αναβάθμισης του δημόσιου τομέα, της Δημόσιας Διοίκησης. Και πώς επιτυγχάνεται αυτό; Με την αφαίρεση από τον εκάστοτε Υπουργό της δυνατότητας να διορίζει όποιο στέλεχος θα ήθελε στις διοικήσεις των φορέων των νομικών προσώπων του Δημοσίου.
Τέτοια, λοιπόν, είναι και η προσπάθεια που επιχειρείται με το συζητούμενο σχέδιο νόμου, διότι πρακτικά αυτό επιχειρεί το νομοσχέδιο που συζητάμε. Και ενώ, λογικά, αυτό θα ήταν κάτι που έστω και με σημειακές διαφοροποιήσεις θα έπρεπε να τύχει καθολικής αποδοχής, έσπευσαν τα κόμματα που προανέφερα να προδικάσουν την ολομέτωπη άρνησή τους.
Κι όμως, αν διέθεταν μια ευρυγώνια οπτική κι αν μπορούσαν να κατανοήσουν τι πραγματικά ζητούν οι πολίτες από εμάς, θα αντιλαμβάνονταν ότι η μονίμως αντιπαραθετική στάση τους δεν αναγνωρίζεται ως μία δημιουργική εναλλακτική πρόταση, πολλώ μάλλον δεν αποτελεί τη γόνιμη αντιπολίτευση που υποσχέθηκαν να ασκήσουν.
Κακό του κεφαλιού τους, βέβαια, διότι όσο θα συνεχίζουν σε αυτή τη λογική, τόσο θα βαλτώνουν σε ρηχά ποσοστά πολιτικής αποδοχής, όπως αποδείχθηκε στις εθνικές εκλογές και επιβεβαιώνεται ακόμα και σήμερα με τις μετρήσεις.
Και για να γίνουμε, λοιπόν, κατανοητοί και σε εκείνον που μόλις τώρα άρχισε να παρακολουθεί τη συζήτηση, το νομοσχέδιο αφορά στον διορισμό διοικήσεων σε φορείς του Δημοσίου, ουσιαστικά δηλαδή στον τρόπο επιλογής τους και στην αξιολόγηση του έργου τους.
Τι λέει, λοιπόν, ο κόσμος γι’ αυτό; Τι λέει ότι συνέβαινε τόσα χρόνια; Ότι κατά κανόνα τα πρόσωπα αυτά αποτελούσαν πολιτικές επιλογές της εκάστοτε κυβέρνησης. Άλλοι μπορεί να το έκαναν με πιο μετριοπαθή τρόπο και άλλοι πιο απροσχημάτιστα. Όμως, λίγο-πολύ, όλες οι κυβερνήσεις κατέληγαν να επιλέγουν διοικήσεις φορέων, χωρίς να εφαρμόζουν ένα τυπικό και συγκεκριμένο πλαίσιο που να εξασφαλίζει την τήρηση κανόνων διαφάνειας, αντικειμενικότητας, τελικά καταλληλότητας και χωρίς να διασφαλίζονται τα ουσιαστικά και διαδικαστικά εχέγγυα που θα αξίωνε μία τόσο σημαντική επιλογή.
Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι στα τόσα χρόνια δεν υπήρξαν άνθρωποι, στελέχη, εργατικοί, άνθρωποι που λειτούργησαν έντιμα, που λειτούργησαν αποτελεσματικά. Όμως, ως πρακτική οδηγούσε στο αποτέλεσμα πολλοί συμπολίτες μας να μην εμπιστεύονται τη διαδικασία και πολλοί άνθρωποι με προσόντα να θεωρούν μάταιο να διεκδικήσουν μία τέτοια θέση ευθύνης.
Έρχεται, λοιπόν, το συζητούμενο σχέδιο νόμου και το αλλάζει αυτό. Τι κάνει; Καθιερώνει πλαίσιο το οποίο πρώτα απ’ όλα ορίζει το πεδίο αναφοράς, δηλαδή τους φορείς στους οποίους εφαρμόζεται και από τη μία τους ομαδοποιεί και από την άλλη τους διαχωρίζει.
Γιατί το κάνει αυτό; Προκειμένου φορείς με αντίστοιχα χαρακτηριστικά να διέπονται από ενιαίους κανόνες και κριτήρια και να μπορούν έτσι οι διαδικασίες να εξελίσσονται ταυτόχρονα. Τα οφέλη είναι προφανή: αξιοπιστία, ταχύτητα, εξοικονόμηση πόρων, άρα ταυτόχρονη επιλογή των διοικήσεων σε ομοειδείς οργανισμούς.
Κυρίες και κύριοι της Αντιπολίτευσης, αυτό είναι θετικό ή αρνητικό; Είναι ξεκάθαρα θετικό και καινοτόμο.
Περαιτέρω, όμως, σύμφωνα με αυτήν την ομαδοποίηση, το νομοσχέδιο καθορίζει τα σχετικά με την πρόσκληση, την εκδήλωση ενδιαφέροντος, τις προθεσμίες, τις αρμοδιότητες του ΑΣΕΠ. Προβλέπει την ηλεκτρονική υποβολή της αίτησης και των δικαιολογητικών, την κατάθεση παραβόλου. Επιπλέον προβλέπει την εφαρμογή γραπτής εξέτασης για τις δύο από τις τρεις κατηγορίες νομικών προσώπων, τη διενέργεια δειγματοληπτικών ελέγχων και πάλι από τον ΑΣΕΠ για την τρίτη κατηγορία, τη δυνατότητα άσκησης ένστασης. Προσδιορίζει ανά ομάδα τα απαιτούμενα προσόντα των υποψηφίων και εξειδικεύει τα κριτήρια μοριοδότησης. Καθορίζει τις επιτροπές επιλογής ανά κατηγορία και Υπουργείο και ρυθμίζει μία σειρά από άλλα διαδικαστικά, σημαντικά όμως, ζητήματα.
Αυτά, λοιπόν, προβλέπει σε γενικές γραμμές.
Κάποιος θα μπορούσε να προτείνει διαφορετικές ιδέες στις Επιτροπές. Μάλιστα. Θα μπορούσε να προτείνει διαφορετικές κατηγορίες στους φορείς, διαφορετική μοριοδότηση, διαφορετικά απαιτούμενα προσόντα «on-off», το ζήτημα του διδακτορικού, τη συνάφεια των τίτλων. Μάλιστα, ναι. Όλα αυτά θα μπορούσε να τα πει.
Εσείς βεβαίως δεν το κάνατε. Δεν καταθέσατε συγκεκριμένες προτάσεις, δεσμευόμενοι ότι αν υιοθετηθούν, θα υπερψηφίσετε. Σταθήκατε απέναντι και ασκήσατε μονάχα κριτική και μάλιστα αντιφατική σε πολλά σημεία. Ένα στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ μας έλεγε «χαμηλά τα κριτήρια», το άλλο στέλεχος μας έλεγε «ζητάτε οδηγούς της «Formula 1», άρα πολύ ικανά στελέχη!
Πολύ φοβάμαι, κυρίες και κύριοι, ότι δεν τις κάνατε αυτές τις προτάσεις γιατί φοβηθήκατε ότι θα υιοθετηθούν, όπως υιοθετήθηκαν από την κυρία Υπουργό πολλές προτάσεις που υποβλήθηκαν στο πλαίσιο της διαβούλευσης, αλλά και στη συζήτηση στις Επιτροπές από τα άλλα κόμματα και από τους φορείς που συμμετείχαν.
Ακόμα, λοιπόν, και αν κάποιος έχει επιμέρους ενστάσεις, μπορεί στ’ αλήθεια να παραγνωρίσει το βασικό μέγεθος, το κεφαλαιώδες, αυτό που θα λέγαμε το «επί της αρχής», ότι δηλαδή έρχεται μία κυβέρνηση, η οποία θα μπορούσε κάλλιστα να συνεχίσει την πεπατημένη και να διορίζει αυτούς που θέλει, τους αρεστούς, και από μόνη της απεμπολεί αυτή τη δυνατότητα, αυτό το προνόμιο, το οποίο η ελληνική πραγματικότητα της αναγνώριζε.
Μπορεί κάποιος στ’ αλήθεια σε αυτήν εδώ την Αίθουσα ή και έξω από αυτή να αμφισβητήσει ότι αυτή η νομοθετική πρωτοβουλία κινείται στη σωστή κατεύθυνση, ότι είναι εκσυγχρονιστική, ότι προάγει τη διαφάνεια, την αντικειμενικότητα και την αξιοκρατία, ότι συνιστά βελτίωση σε σχέση με το μέχρι σήμερα εφαρμοζόμενο; Πλέον δεν θα μπορεί ο κάθε Υπουργός να τοποθετεί τον κομματικό του φίλο. Υπάρχουν μία σειρά από φίλτρα που δεν του το επιτρέπουν: προσόντα, μοριοδότηση, εξετάσεις, επιτροπές του ΑΣΕΠ, θέσπιση on – off κριτηρίων για τη συμμετοχή, πτυχίο ανώτατης εκπαίδευσης, πολύ καλή ή καλή κατά περίπτωση γνώση της ξένης γλώσσας, εργασιακή εμπειρία δέκα ή οκτώ ετών κατά περίπτωση, συνάφεια του πτυχίου προς το αντικείμενο της θέσης, τεστ δεξιοτήτων με άμεσα και αξιόπιστα αποτελέσματα σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, διασφαλίζοντας έτσι την καταλληλότητα των υποψηφίων για τις προκηρυσσόμενες θέσεις, αλλά και επιτέλους μία ξεκάθαρη και διαυγή διαδικασία με πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος σε συγκεκριμένες προθεσμίες με τη διεξαγωγή γραπτής δοκιμασίας με ηλεκτρονικό τρόπο από το ΑΣΕΠ, με μοριοδότηση των τυπικών προσόντων και της εργασιακής εμπειρίας, με δομημένη συνέντευξη από την αρμόδια επιτροπή επιλογής στελεχών, με την κατάρτιση πίνακα των τριών επικρατέστερων υποψηφίων από την αρμόδια επιτροπή.
Πώς τα παραβλέπετε στ’ αλήθεια όλα αυτά;
Πάμε όμως τώρα και στο σκέλος της αξιολόγησης. Κάποιος κρίθηκε, τοποθετήθηκε, διοικεί. Δεν πρέπει να αξιολογείται; Τι προβλέπει το σχέδιο νόμου; Γι’ αυτό θεσπίζει ετήσια σχέδια δράσης για κάθε φορέα, τα οποία περιλαμβάνουν προγραμματισμό δράσεων και ποιοτικούς και ποσοτικούς στόχους με συγκεκριμένους δείκτες απόδοσης, την υπογραφή από τις διοικήσεις συμβολαίων απόδοσης με τον αρμόδιο Υπουργό, την αξιολόγησή τους σε ετήσια βάση.
Τι πρέπει να κάνουμε δηλαδή; Να περιμένουμε τέσσερα χρόνια, να λήξει η θητεία τους για να τους αξιολογήσουμε; Τι λέτε γι’ αυτά; Δεν πρέπει να υπάρχουν ποσοτικοί και ποιοτικοί δείκτες γνωστοί εκ των προτέρων; Είναι κακό να υπάρχουν κίνητρα απόδοσης, να μην έχει τελικά ο πολιτικός προϊστάμενος, ο εποπτεύων Υπουργός τη δυνατότητα να παύσει κάποιον που κρίνεται και αποδεικνύεται ανεπαρκής;
Πρέπει τα κόμματα της Αντιπολίτευσης να επιδοκιμάσουν αυτήν την προσπάθεια επί της αρχής, ξαναλέω, έστω, την παραίτηση δηλαδή της Κυβέρνησης από αυτό το κακώς νοούμενο δικαίωμα. Έρχονται και μιλούν για «ημέτερους», για κομματοκρατία, για ρουσφέτια, δηλαδή ακριβώς το αντίθετο από αυτό που επιχειρείται.
Πού τη βρήκατε στ’ αλήθεια την κομματική παρέμβαση, κυρίες και κύριοι της Αντιπολίτευσης; Στο ότι μετά από τόσες δοκιμασίες ο Υπουργός θα έχει το δικαίωμα να διαλέξει ανάμεσα σε τρεις που θα πληρούν όλα τα προηγούμενα κριτήρια;
Και αφού θέλαμε να βάλουμε τους κομματικούς, τότε τι τη χρειαζόμασταν όλη αυτή τη φασαρία; Γιατί δεν μέναμε σε αυτό που ίσχυε μέχρι χθες; Κι αν ακόμα ήταν αληθές αυτό που μας αποδίδετε, τότε γιατί προβλέπουμε την άμεση ενεργοποίηση αυτών των προκηρύξεων και δεν προβλέπαμε αντίθετα τη δυνατότητα να λήξουν οι θητείες των νυν διορισμένων προκειμένου έτσι να τους προικίσουμε και με πρόσθετα κριτήρια; Αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, ότι όλες αυτές οι ρυθμίσεις, οι προβλέψεις, αναιρούν αυτό το οποίο μας αποδίδετε.
Πάμε, όμως, και ένα βήμα παρακάτω.
Πώς ξέρετε ότι μετά από τόσες κρησάρες, δεν θα προκηρυχθούν τρεις δεξιοί, τρεις αριστεροί, τρεις δεν ξέρω κι εγώ τι; Μήπως να βάλουμε και ένα πεδίο όπου να μας λένε τι ψήφισαν στις προηγούμενες εκλογές; Εκτός και αν θέλετε να προτείνετε και κάποιο κώλυμα, να μην μπορούν να συμμετέχουν στελέχη της Νέας Δημοκρατίας ή φίλοι της Νέας Δημοκρατίας.
Πραγματικά, κυρίες και κύριοι της Αντιπολίτευσης, λυπάμαι που χάνετε μία ακόμα ευκαιρία, που δεν έχετε τη γενναιότητα για μια ακόμη φορά σε ένα νομοσχέδιο που θέλει να πάει μπροστά τη δημόσια διοίκηση, να συνεργαστείτε. Εσείς, που κατά τα άλλα κόπτεσθε για συνεννοήσεις και συνεργασίες, αρνείστε να ομονοήσετε στα προφανή και αυτονόητα.
Εμείς συνεχίζουμε να κάνουμε πράξη τις δεσμεύσεις μας και στο οικονομικό πεδίο, όπου νομοθετήσαμε και υλοποιούμε ήδη το 40% των προεκλογικών μας δεσμεύσεων, αλλά και στο πεδίο των θεσμικών αλλαγών και των μεταρρυθμίσεων, εκεί όπου το Υπουργείο των Εσωτερικών πρωτοπορεί, προηγείται με την ψήφιση ήδη τριών εμβληματικών νομοθετημάτων: την ψήφο των Ελλήνων του εξωτερικού, την αναμόρφωση στη λειτουργία των ΟΤΑ και φυσικά το συζητούμενο σχέδιο νόμου για την επιλογή των στελεχών στις διοικήσεις του δημοσίου όπου ο πήχης μπαίνει πλέον ψηλά και καμία, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, επόμενη κυβέρνηση δεν θα μπορεί πλέον να περάσει από κάτω.
Έρχονται λοιπόν και άλλες σημαντικές νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα συμπληρώσουν το μεταρρυθμιστικό μας σχέδιο, που θα κάνει την πατρίδα μας πιο ισχυρή, πιο αξιόπιστη, πιο δημιουργική, πιο παραγωγική, πιο ελκυστική και πιο δίκαιη για κάθε Ελληνίδα και για κάθε Έλληνα.