Λάζαρος Μαλούτας: «Η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΔΕΗ ΑΕ, με τον τρόπο που δρομολογείται, δεν υπηρετεί το τοπικό συμφέρον»
Ο περιορισμός των ποσοστών του Δημοσίου στην μετοχική σύνθεση της ΔΕΗ ΑΕ, με την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της επιχείρησης, έπειτα από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, αποτελεί επιβεβαίωση μιας προαναγγελθείσας εξέλιξης.
Είναι άσκοπο να αναφερθώ λεπτομερώς στις προσπάθειες ιδιωτικοποίησης που έγιναν τα τελευταία χρόνια. Όμως μετά το 2016, με τη μεταβίβαση των ποσοστών του Δημοσίου στη ΔΕΗ ΑΕ, στο Υπερταμείο και το ΤΑΙΠΕΔ, όπως και εκατοντάδων άλλων εθνικών περιουσιακών στοιχείων σε τεχνοκρατικά όργανα, των οποίων η σύνθεση των διοικήσεων και ο τρόπος λήψης αποφάσεων ξεφεύγει του εθνικού πολιτικού ελέγχου, αναμενόμενη ήταν η εξέλιξη του περιορισμού του ποσοστού του Δημοσίου στη μετοχική σύνθεση της ΔΕΗ ΑΕ. Και αυτό διότι η κρατούσα άποψη τόσο σε επίπεδο ΕΕ, όσο και σε εθνικό, είναι ότι σε συνθήκες ανταγωνισμού ο πολίτης απολαμβάνει καλύτερες υπηρεσίες και τιμές.
Θα προσεγγίσω το θέμα από καθαρά τοπική, αυτοδιοικητική άποψη, αποφεύγοντας αναφορές που σχετίζονται με την εθνική ενεργειακή πολιτική, την ασφάλεια τροφοδοσίας της χώρας και την αξιοποίηση του εθνικού μας καυσίμου, του λιγνίτη.
Είναι γεγονός, ότι η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού τα τελευταία χρόνια δεν επιφύλαξε στον Δήμο Κοζάνης κάποια προνομιακή μεταχείριση, παρά το γεγονός, ότι στα διοικητικά του όρια συγκεντρώνονταν η μεγαλύτερη παραγωγική της δραστηριότητα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε περιβαλλοντική επιβάρυνση (70.000 στρέμματα απαλλοτριώθηκαν από τη ΔΕΗ ΑΕ στα διοικητικά όρια του Δήμου και σχεδόν 2800 MW εγκατεστημένης ηλεκτροπαραγωγικής ισχύος). Η αναφορά και μόνο στον τρόπο αντιμετώπισης της μετεγκατάστασης της Ακρινής και του μπλοκαρίσματος των λογαριασμών της ΔΕΥΑΚ, προκειμένου να την εξαναγκάσει σε ρύθμιση οφειλών, όταν μάλιστα ποτέ άλλοτε δεν έπραξε κάτι ανάλογο, αποδεικνύει ότι η συμπεριφορά της ΔΕΗ ΑΕ απέναντι στον Δήμο δεν ήταν η αρμόζουσα προς έναν δημόσιο φορέα.
Αξίζει να αναφερθώ σε τρία ιδιαίτερα σημεία.
—Το θέμα των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας το τελευταίο διάστημα έχει πάρει ανησυχητικές διαστάσεις. Κατά τη γνώμη μου είναι αδιανόητο να καθορίζεται ο τιμολογιακός έλεγχος της ενέργειας μόνο από τον ιδιωτικό τομέα. Χωρίς τον παρεμβατικό και ρυθμιστικό ρόλο του κράτους στον έλεγχο και χωρίς συγκράτηση των τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας πολύ φοβάμαι, πως η τιμή της θα φτάσει σε ύψη δυσπρόσιτα για τους άνεργους και οικονομικά αδύναμους συμπολίτες με συνέπεια την καταδίκη τους σε ενεργειακή φτώχεια.
—Το δεύτερο σημείο αφορά την απολιγνιτοποίηση, τη διαδικασία μετάβασης της περιοχής σε ένα νέο αναπτυξιακό και παραγωγικό μοντέλο. Η θέση της ΔΕΗ ΑΕ στην περιοχή είναι δεσπόζουσα. Ανέφερα παραπάνω το μέγεθος της ιδιοκτησίας της και τις εγκαταστάσεις της στην περιοχή. Η παραγωγική αξιοποίηση αυτών των εδαφών, η υποδοχή επενδύσεων, οι αποκαταστάσεις των εδαφών, η εκκρεμότητα της μετεγκατάστασης της Ακρινής, οι νέες επενδύσεις σε ΑΠΕ, η παραγωγική αξιοποίηση της νέας μονάδας Πτολεμαΐδα V, είναι ζητήματα, που κατά τη γνώμη μου υπηρετούνται καλύτερα από μια επιχείρηση, στην οποία το Δημόσιο έχει τη μετοχική πλειοψηφία.
—Τέλος το συνυπογραφέν μνημόνιο για τις τηλεθερμάνσεις Πτολεμαΐδας, Αμυνταίου και Κοζάνης και τα συμφωνηθέντα σε αυτό θα υπηρετούνται σαφώς καλύτερα, τόσο θεσμικά όσο και στο πεδίο της υλοποίησης, εάν στη ΔΕΗ ΑΕ υπάρχει μετοχική πλειοψηφία του δημοσίου.
Είναι προφανές ότι το τοπικό συμφέρον, που συναρτάται από την παρουσία και δραστηριότητα της ΔΕΗ στην περιοχή, εξυπηρετείται πολύ καλύτερα στην περίπτωση που το δημόσιο κατέχει τη μετοχική πλειοψηφία.
Συνεπώς η απόφαση του ΔΣ της ΔΕΗ ΑΕ δεν υπηρετεί το συμφέρον του τόπου και των κατοίκων του. Για το λόγο αυτό οι δρομολογούμενες εξελίξεις μας βρίσκουν ξεκάθαρα αντίθετους και φυσικά η θέση μας είναι στο πλευρό των εργαζόμενων και η διεκδίκηση των συμφερόντων του τόπου μας.